'Για μερικά κομμάτια σπανακόπιτα' - Χριστούγεννα, έτος 2256 (Μέρος Πρώτο)




Ο Θωμάς ο μάγειρας είχε ένα μυστικό. Μεγάλο, μικρό, όπως το πάρει κανείς. Το πιο πιθανό όμως είναι οι περισσότεροι να το πάρουν για μεγάλο. Γιατί δεν είναι και λίγο πράγμα να τρως αυθεντική σπανακόπιτα εν έτη 2256 και μισό στην Τέταρτη Επαρχία της Νέας Ηπείρου. Και λέω οι περισσότεροι, αφού ένα ενενήντα τοις εκατό θρεφόντουσαν με χάπια. Τρία χάπια την ημέρα, τέσσερα στα γενέθλια τους, πέντε αν ήταν καταδικασμένοι σε θάνατο. Και βέβαια οι σπανακόπιτες του Θωμά δεν ήταν για τους πολλούς που δεν γνώριζαν ούτε καν την ύπαρξή τους, εκτός κι αν είχαν για φίλο κάποιο εχθρό του Καθεστώτος που είχε στην κατοχή του ‘Παλιά αρχεία’. Αρχεία που είχαν διασωθεί απ’ τις καταστροφές που είχαν γίνει δύο αιώνες περίπου πίσω. Τότε που η Γη άλλαξε πρόσωπο από ένα ανθρώπινο λάθος. Μια κλανιά που ενεργοποίησε ένα αισθητήρα, κι αυτός ένα άλλο, και εκείνος ένα ρομπότ και … Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία που δεν ένοιαζε και τόσο τον Θωμά.
Εκείνος μάλλον φαινόταν να έχει σωθεί απ’ τον Κρεπ, έναν Υπόγειο Ρακοσυλλέκτη Μικροκυκλωμάτων που εμφανίστηκε τυχαία στο μονοπάτι απ’ όπου συνήθιζε να περνάει, ένα καυτό απόγευμα του Δεκέμβρη όταν ο Θωμάς μετρούσε είκοσι δύο χρόνια κι όπως σχεδόν κάθε άνθρωπος σε τούτο τον ταλαιπωρημένο πλανήτη, ζούσε χωρίς να ξέρει τι του γίνεται.  Περπατούσε μέσα σε ένα ενεργειακό δάσος από τεχνητά δέντρα που απορροφούσαν ηλιακό φως και το μετέτρεπαν σε ηλεκτρισμό, σφυρίζοντας μια μελωδία που θύμιζε θόρυβο από κατσαρόλες με ξεκούρδιστα βιολιά και πυρακτωμένα σαξόφωνα. Η συσκευή που είχε εφαρμόσει στα χείλη του, κάτι σαν μια μεγάλη σφυρίχτρα, είχε τη δυνατότητα να αναπαράγει τις τελευταίες διάσημες μελωδίες της εποχής με τη βοήθεια του φυσήματος. Ο Θωμάς ήταν Ελληνικής καταγωγής αν και αυτό δεν έπαιζε πια κανένα ρόλο, αφού τα παλιά έθνη δεν υπήρχαν, μια παραλλαγή της Αγγλικής γλώσσας είχε επικρατήσει και όλοι ανεξαιρέτως οι κάτοικοι του πλανήτη ήταν πολίτες της Νέας Ηπείρου.
Ο Θωμάς έκανε ένα διπλό σάλτο στον αέρα, ανοίγοντας τα πόδια του σε σπαγγάτο και προσγειώθηκε στην πλάτη του άμοιρου του Κρεπ που μόλις είχε ξεβραστεί μέσα από μερικές οκάδες συνθετικού χώματος, εξ αιτίας μίας βλάβης του υπόγειου συστήματος εξαερισμού.  Η σύγκρουση ήταν σφοδρή μια και: Θωμάς 110 κιλά 1,78 ύψος και Κρεπ 65 κιλά, 1,70 ύψος. Αποτέλεσμα: τρία κατάγματα κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης του Κρεπ και απώλεια περισσότερων από εξήντα μικροκυκλωμάτων που σκορπίστηκαν στο μαγνητικό πεδίο του χώματος. ‘Πάει, χάθηκε μιας μέρας δουλειά … αχ, δεν μπορώ να κουνηθώ. Γαμώ την τύχη μου μέσα’.
‘Εμμ, σωστό θα ήταν να μην βρίζουμε κύριε. Όλα θα τακτοποιηθούν … το όνομα σας;’. Ο Κρεπ ξεχάστηκε κι έτσι όπως ήταν μπρούμυτα πεσμένος, έκανε να γυρίσει απότομα το λαιμό του. ‘Γαμώτο μου, Κρεπ’.
‘Χάρηκα, Θωμάς’.
‘Καλά, πως στο διάβολο βρέθηκες πάνω στην πλάτη μου; Έπεσες από κανένα δέντρο;’
‘Εκτελούσα διπλό σάλτο με σπαγγάτο. Ω, ναι, είμαι πολύ ευλύγιστος παρά τα κιλά μου, αποτέλεσμα γενετικής τεχνολογίας. Θα μπορούσα να είχα γίνει πρωταθλητής, αλλά όπως γνωρίζετε, τα αθλήματα χωρίς μηχανική υποστήριξη απαγορεύονται. Η μια αγία και οσία γενετική τεχνολογία. Χωρίς αυτήν ..’
‘… ναι, χωρίς αυτήν … αχ, με σακάτεψες καριόλη … θα είχαμε παραμείνει άνθρωποι’ του είπε ο Κρεπ.
‘Αα … από κάτω έρχεστε;’ τον ρώτησε έντρομος ο Θωμάς. Είχε ακούσει για τους ανθρώπους που έμεναν στην ανήλιαγη και βρομερή αντανάκλαση του κόσμου στον οποίο είχε μεγαλώσει. Μέσα σε τόνους σκουπιδιών που έμοιαζαν με πόλεις, απέραντες εκτάσεις που έφταναν μέχρι τον πυρήνα της Γης. Ένα  νεκροταφείο πολιτισμών στο οποίο ήταν κρυμμένα μεταξύ άλλων πολύτιμα μέταλλα, συλλεκτικά αντικείμενα άλλων εποχών, ιστορικά κειμήλια. Πράγματα που μόνοι οι Υπόγειοι μπορούσαν να εκτιμήσουν μέσα από βιβλία που είχαν βρει στα χαλάσματα  και που τα πουλούσαν για ένα μπουκάλι νερό στους λοβοτομημένους πολίτες του πάνω κόσμου. Δεν είχε βρεθεί τρόπος να τους εξολοθρεύσουν μια και το υπέδαφος της Γης ήταν γεμάτο λαβυρίνθους τους οποίους φρουρούσαν καλά οι Υπόγειοι. Απ’ τη μεριά τους και εκείνοι δεν έβγαιναν στην επιφάνεια παρά μονάχα για να κάνουν εμπόριο. Η ισορροπία ήταν πολύ λεπτή αλλά κατά ένα παράξενο τρόπο διατηρούνταν χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα εδώ και πολλές δεκαετίες.
‘Δε μου λες; Θα μου μιλάς με το σεις και με το σας για πολύ ακόμη; Ναι, από κάτω έρχομαι, πουλάω μικροκυκλώματα. Έτσι επιβιώνω. Α, και εκεί σκοπεύω να γυρίσω. Αλλά έτσι όπως με κατάντησες να δω πως θα το κάνω’.
‘Να σου πω την αλήθεια, δεν μπορώ να σε βοηθήσω. Δεν μου επιτρέπεται εκτός κι αν είσαι πιστοποιημένος έμπορος των Υπογείων. Αν και σ’ αυτή την περίπτωση ακόμα …’
‘Μα ακούς τι λες; Πιστοποιημένος έμπορος; Πόσοι απ’ τους Υπόγειους είναι πιστοποιημένοι νομίζεις; Μοναχά κάτι γλύφτες δικοί σας που τους έχουν εξορίσει στα υπόγεια μας’. Ο Θωμάς έκανε να φύγει. Δεν άντεχε άλλο τη βωμολοχία και την επιθετικότητα του Κρεπ. Στο φινάλε, ας έμενε εκεί να σαπίσει. Και δεν θα σάπιζε, όλο και κάποιο κλιμάκιο που περιπολούσε θα τον μάζευε. Ήταν καιρός να συνεχίσει την βόλτα του. Μόλις όμως έκανε δυο βήματα πιο πέρα η φωνή του Κρεπ βγήκε αυτή τη φορά παρακλητική, γεμάτη πόνο. Τα ανδροειδή ασφαλείας θα τον μετέφεραν σε κάποιο αποστειρωμένο αστυνομικό τμήμα και εκεί θα αποφασίζονταν αν θα τον έστελναν για θεραπεία ή θα τον επέστρεφαν στους ομοίους του και στην τύχη του. Σίγουρα ο Θωμάς δεν ήταν κι αναίσθητος. Οι όποιες αντιστάσεις του κάμφθηκαν εύκολα.
‘Έλα, θα σε πάρω σπίτι να δούμε τι έχεις και θα σε φτιάξω’.
‘Κοίτα, σε περίπτωση που δεν το κατάλαβες και  μεις οι Υπόγειοι άνθρωποι είμαστε. Δεν μας φτιάχνεις κι απ’ τη μια στιγμή στην άλλη. Εκτός αν με μπέρδεψες με το οικιακό σου ρομπότ’.
‘Μπα, που ήξερες ότι έχω; Την περασμένη βδομάδα το πήρα! Κι όσο γι αυτό που λες, εσείς οι Υπόγειοι έχετε κακή σχέση με την πραγματικότητα. Επιμένετε να ζείτε σ’ άλλες εποχές…’.
‘Ναι, γιατί τότε κατά πως έχουμε καταλάβει, ζούσαν πραγματικά’.
‘Μπορεί, μα δεν θεράπευαν το 98% των παθήσεων πατώντας μονάχα μερικά κουμπιά. Έλα, πάμε σπίτι και θα σου δείξω. Μονάχα μην κάνεις κουβέντα σε κανένα για Υπόγειους κι άλλες τέτοιες αηδίες. Δυσκολευόμαστε να πιστέψουμε ότι είστε μερικές χιλιάδες αθώοι που έχετε επιλέξει να ζείτε μέσα στη Γη’.
‘Χα,χα,χα ωραία τα λες. Για ψάξε στο πίσω μέρος του κεφαλιού σου. Εκεί που σου χουν κάνει την τομή όταν ήσουν 3 χρονών …’
‘Ξέρω, δεν χρειάζεται να μου πεις. Ας αφήσουμε αυτή τη κουβέντα γι αργότερα. Σε λίγο θα γεμίσει κόσμο και θα σε κοιτάζουν λιγάκι καχύποπτα μ’ αυτά τα κουρέλια που φοράς. Αν και κρίνοντας από περιγραφές άλλων περίμενα κάτι πολύ χειρότερο’.
‘Η αλήθεια είναι ότι φροντίζω να βάζω τα καλά μου όταν ανεβαίνω στα μέρη σας. Όχι για κανένα άλλο λόγο, αλλά επειδή αν συναντήσω καμία απ’ αυτές τις ανοργασμικές γκόμενες που κάνουν ‘κρα’ για να πηδηχτούνε, να με περάσει για έναν από σας και να την κουτουπώσω. Δεν ξέρεις πόσο εύκολα πέφτουν οι δικές σας. Εμείς πρέπει να τις πηδήξουμε πρώτα το μυαλό για να το κάνουμε. Άλλο δράμα αυτό.’
‘Πάντα έτσι μιλάς;’ του είπε ο Θωμάς ενώ με δυο κινήσεις σαν να σήκωνε ένα μικρό σακί με βαμβάκι, τον έβαλε στον ώμο και ξεκίνησε για το σπίτι του. Ο Κρεπ εντυπωσιάστηκε με τη δύναμη και τη δεξιότητα στις κινήσεις. Τόσο που κατάφερε να φτάσει στο σπίτι του μάγειρα χωρίς να τον βρίσει μια κι ο Θωμάς είχε βάλει την ηλεκτρονική σφυρίχτρα στα χείλη του και σφύριζε καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής εκείνη την φασαρία που την ονόμαζε μουσική.
Ο μάγειρας  διέσχισε χωρίς ίχνος κόπωσης τα τρία τετράγωνα με παρόμοιες κατοικίες μέχρις ότου φτάσει στο δικό του σπίτι. Ένα διώροφο οίκημα με κατάλευκους τοίχους που απ’ τη μια μεριά που έβλεπε σε ένα μικρό περιποιημένο κήπο με συνθετικά λουλούδια και ένα ενεργειακό δέντρο, είχε τεράστιες γυάλινες επιφάνειες που ξεκινούσαν απ’ το έδαφος και τελείωναν στην ταράτσα.
Ο Θωμάς τοποθέτησε προσεκτικά τον Κρεπ σε ένα υπέρδιπλο κρεβάτι και έπειτα σαν να φώναζε κάποιον που ραχάτευε μέσα στο σπίτι έδωσε εντολή στον υπολογιστή του να ανοίξει το πρόγραμμα αντιμετώπισης έκτακτων περιστατικών. ‘Βελιγκέκα, θέλω να σαρώσεις την σπονδυλική στήλη του καλεσμένου μου και να μου προτείνεις αντιμετώπιση και αγωγή’.
‘Πως τον είπες; Δεν πρέπει να ‘χω ξανακούσει αυτό το όνομα. Αυτός λοιπόν θα με σώσει;’
‘Αυτό κι όχι αυτός έχει τόσα ιατρικά δεδομένα μέσα του που μπορεί να σώσει και ετοιμοθάνατο’.
‘Θα προτιμούσα μια φυσική θεραπεία. Ποιος ξέρει τι χημικές αηδίες θα μου ρίξει στο αίμα μου για να αισθανθώ καλύτερα’. Κι έπειτα, αφού σκέφτηκε για λίγο γύρισε για άλλη μια φορά έντρομος τον αυχένα του μέχρι εκεί που μπορούσε και τον ρώτησε: ‘Θα με χειρουργήσει κιόλας;’
‘Ναι, με τη βοήθεια του Π22, του οικιακού μου ρομπότ που είναι αυτή τη στιγμή στη ταράτσα και φορτίζεται, θα σε κόψει στα δυο και μετά από δυο ώρες θα σε ξανακολλήσει. Ε, εκεί γίνεται καμιά φορά και κανένα λαθάκι, ξέρεις τώρα … Οι λεπτές κινήσεις δεν ήταν ποτέ το φόρτε των ρομπότ’. Ο Κρεπ χλώμιασε.
‘Έλα, ηρέμησε’ του είπε ο Θωμάς, ‘δεν έχετε χιούμορ μονάχα εσείς οι Υπόγειοι…’. Αλήθεια, για πες μου, τι δώρο θα μου κάνεις τώρα που θα σε κάνω καλά;’
‘Ε;’ μουρμούρισε ο Κρεπ.
‘Τίποτα, πλάκα έκανα πάλι’.
‘Το χωρατό το ‘χεις εύκολο μου φαίνεται’.
‘Εμείς οι παχουλοί … ‘. Ο Κρεπ ένοιωσε τα βλέφαρα του να βαραίνουν κι αποφάσισε ν’ αφεθεί στην αγκαλιά του Μορφέα κι ότι ήθελε ας γίνει. Αν και οι καταστροφές που είδε στο όνειρο του, υπόγειες πόλεις να αναποδογυρίζουν και στο κάτω μέρος τους να ξεπροβάλλουν πλοκάμια γεμάτα μικρουπολογιστές που επαναπρογραμμάτιζαν κάθε τι ανθρώπινο και το μετέτρεπαν σε άβουλες μηχανές θα μπορούσαν να τον είχαν επαναφέρει στο δωμάτιο με το Π22 να βρίσκεται από πάνω του απλώνοντας λέιζερ ακτίνες, τοποθετώντας αναίμακτα, εμφυτεύματα από συμπαγές ζελέ στα σημεία όπου υπήρχαν τα ραγίσματα. Ο Κρεπ θα ξύπναγε και θα αισθανόταν σαν καινούριος. Μόνο που ο ύπνος του θα διαρκούσε κάτι παραπάνω από μερικές ώρες όπως εκείνος είχε νομίσει.
‘Τι λες ρε φίλε; Τρεις μέρες ήμουν πάνω σ’ αυτό το πράγμα; ‘
‘Ακριβώς και τώρα μπορείς να σηκωθείς, να τρέξεις, να πηδήξεις, να κάνεις ότι θέλεις όπως πριν κι ακόμα καλύτερα!’
‘Σαν διαφήμιση ακούγεσαι. Όχι ότι μου κάνει εντύπωση … τι να πω’. Ήταν ήδη όρθιος και περπατούσε χωρίς καμία δυσκολία. ‘Σου χρωστάω φίλε’.
‘Το δώρο’.
‘Ποιο δώρο; Α, ναι, ξέρω, μου κάνεις πλάκα. Πάντως σου είμαι υποχρεωμένος κι εδώ που τα λέμε κάτι έχω στο νου μου που νομίζω ότι θα σε ενθουσιάσει’.
‘Σαν τι δηλαδή;’
‘Ένα βιβλίο. Με τι ασχολείσαι;’
‘Βιβλίο; του είπε δύσπιστα. Τα βιβλία είχαν εξαφανιστεί εδώ και αιώνες απ’ τη Γη και τα θεωρούσε εντελώς άχρηστα. ‘Μάγειρας είμαι’.
‘Τέλεια. Νομίζω πως σου χω κάτι που θα σε ξετρελάνει’. Ο Θωμάς σκέφτηκε ότι ο νέος του φίλος πρέπει να ήταν εντελώς άσχετος με την μαγειρική μια και βιβλία που να εξηγούν πώς  παρασκευάζονται τα χάπια που κατανάλωναν εξ ολοκλήρου πια οι άνθρωποι δεν είχαν προλάβει να γραφτούν. Όλα ξεκίνησαν απ’ τους υπολογιστές. Όλες οι πληροφορίες και οι συνταγές βρίσκονταν εκεί.
‘Είναι ένα βιβλίο για πίτες’
‘Πίτες;’
‘Ναι, πολύ πιθανόν να μην έχεις ακούσει ποτέ τίποτα γι αυτές. Αλλά φίλε, δεν πρέπει να έχουν καμία σχέση με τις αηδίες που τρώμε εμείς’.
‘Αηδίες; Έχεις φάει χάπια απ’ τα χέρια μου; Να σου φτιάξω εγώ δίχρωμο χάπι από πράσινη και κίτρινη πάστα με πορτοκαλιές βιοσταγόνες να ξερογλύφεσαι για τέσσερα ολόκληρα δευτερόλεπτα. Και μετά να σε αποτελειώσω με τρεις αποχρώσεις του γκρι σε trendy καλαμάκι’. Ο Κρεπ ανακάθισε στην αναπαυτική συνθετική πολυθρόνα και κοίταξε τον Θωμά στα μάτια.
‘Είσαι βαθιά νυχτωμένος φίλε μου. Το επάγγελμα σου δεν είχε καμία σχέση τότε μ’ αυτό που είναι τώρα. Υπάρχουν όμως κάποιες καλά φυλαγμένες περιοχές όπου οι έχοντες αυτού του τόπου, αυτής τουλάχιστον της περιοχής που γνωρίζω, καλλιεργούν σπόρους που έχουν διατηρηθεί μέσα απ’ τους αιώνες σαν ένα καλά κρυμμένο μυστικό. Το θέμα είναι ότι αυτά που τρώνε είναι ωμά. Δεν ξέρουν να πειραματιστούν γιατί δεν έχουν τις συνταγές. Και χωρίς αυτές το κεφάλι τους δεν μπορεί να χωρέσει την απλότητα της μαγειρικής που εφαρμόζονταν στην παλιά Γη’. Ο Θωμάς κινδύνευε να πάθει εξόφθαλμο βρογχοκήλη μ’ αυτά που άκουγε και παρόλο που ήταν τρομερά δύσπιστος σε ότι είχε να κάνει με το παρελθόν, η περιέργεια είχε αρχίσει να τον κυριεύει. Η σκέψη και μόνο να έχει στα χέρια του καινούρια υλικά με τα οποία θα μπορούσε να ξεφύγει απ’ την ανιαρή παρασκευή των χαπιών τον γέμιζε με ενέργεια και ανυπομονησία.
Την επόμενη μέρα, κάμποσα χιλιόμετρα πιο βόρεια απ’ το σπίτι του Θωμά, η βαρώνη Άννα Van Pielsen έδινε εκνευρισμένη φωνητικές εντολές στο πρόγραμμα διαχείρισης των επαφών της, σαν να είχε μπροστά της κάποιο έγχρωμο υπηρέτη που ζούσε υπηρετώντας την σε μια αποικιακή έπαυλη στις αρχές του 20ου αιώνα. ‘Αχ, τέλειωνε επιτέλους, άχρηστε Chandler. Τι σου ζήτησα εδώ και μέρες; Τι σου ζήτησα ηλίθιο πράγμα;’
‘Δεν είμαι πράγμα κυρία. Είμαι το πρόγραμμα διαχείρισης Τ32, έκδοση 4.2 με κωδικό όνομα Chandler’.
‘Μου έχεις έτοιμη τη λίστα των καλεσμένων;’
‘Εννοείτε την λίστα των καλεσμένων;’
‘Αχ … ναι, ηλίθιο, τη λίστα των καλεσμένων. Πόσες φορές πια …’
‘Να εκτυπώσω;’
‘Τι να εκτυπώσεις βρε άχρηστο; Αφού σου είπα ότι δεν θα τους καλέσουμε όλους και εσύ ετοίμασες προσκλήσεις για 2516 ονόματα. Βλαμμένο’
‘Αν η κυρία συνεχίσει να μου απευθύνεται με αυτό τον τρόπο θα περιέλθω σε κατάσταση αναμονής’
‘Μωρέ τι μας λες … . Λοιπόν, σου ξαναλέω ποια θα είναι τα ονόματα. Κανόνισε να τα κάνεις μούσκεμα και πάλι’.
‘Μούσκεμα δεν είμαι σε θέση να τα κάνω γιατί είμαι …’
‘Πρόγραμμα! Το ξέρω!’. Η Άννα Von Pielsen έδωσε ένα χαστούκι στην οθόνη και απομακρύνθηκε στα ενδότερα της κρεβατοκάμαράς της. ‘Μια απ’ τα ίδια’ σκέφτηκε ‘πάλι μια απ’ τα ίδια’. Όπως κάθε Χριστούγεννα – τι μπανάλ γιορτή! πότε επιτέλους θα την καταργήσουν αφού κανείς δεν πίστευε; αλλά, βέβαια, ήταν το κέρδος στη μέση, το εμπόριο, η οικονομία κι άλλες παρόμοιες αηδίες που υποστήριζε ο άντρας της - θα ερχόντουσαν οι φίλες της με τα νέα ολόλευκα φορέματά τους και θα φλυαρούσαν ακατάπαυστα μέχρι την αυγή. Ενώ οι σύζυγοι απ’ την άλλη μεριά θα έπαιζαν γκολφ στον κήπο, θα καταβρόχθιζαν τα πολύχρωμα χάπια αυτού του ηλίθιου του Μαρκ και θα κατέληγαν τύφλα στο μεθύσι πάνω στους ανθρακονιμάτινους καναπέδες της τα ξημερώματα. Και όχι τίποτα, θα έπρεπε για μια ακόμη φορά να ακούει τις ταπεινωτικές παρατηρήσεις της κολλητής της σχετικά με τη διακόσμηση του σπιτιού. ‘Τη πλήξη Θεέ μου!’ μουρμούρισε. 
(συνεχίζεται ...)


Υ.Γ.: Επειδή ξέρω ότι όλοι θα βρίσκεστε με την μπουκιά στο στόμα, το μελομακάρονο μισοτελειωμένο, άγρυπνοι μπροστά στις οθόνες περιμένοντας τη συνέχεια αυτού του αριστουργήματος, σας πληροφορώ ότι το δεύτερο μέρος θα 'ανέβει' στις 27 Δεκεμβρίου. Χρόνια Πολλά!

Σχόλια